Θέλω να σας ευχαριστήσω όλους για την θετική ενέργεια που μου δίνατε μέσα από τα σχόλιά σας τελευταία και για τη συμπαράστασή σας στα προβλήματα υγείας που τα άτιμα συνεχίζουν να μας κατατρύχουν, αλλά πού θα πάει, δεν θα το βάλουμε κάτω εμείς, εκείνα θα το βάλουν κάτω στο τέλος. Για αλλαγή, αποφάσισα σήμερα να σας διηγηθώ πώς πέρασα το προχθεσινό απόγευμα, και ή που θα λυθείτε στα γέλια ή που θα με συμπονέσετε ακόμη πιο πολύ την Κοκκινοσκουφίτσα - σβουρίτσα. Αφήνω την επιλογή σε εσάς.
Η αδελφή μου έχει αγοράσει ένα σπίτι στην περιοχή που μένουμε, σκεφτήκαμε λοιπόν να το νοικιάσουμε και να εισπράττει κι ένα εισόδημα. Ανέλαβα τα διαδικαστικά, αγγελίες, συνεννοήσεις, και τα συναφή. Στα μέσα Σεπτεμβρίου, μετά από πολλά ραντεβού με υποψήφιους ενοικιαστές, κι αφού είχανε δει τα μάτια μας όλα τα πιθανά κι απίθανα (μια κοπελιά με ρώτησε όταν της έδειχνα το σπίτι αν διαθέτει ειδική μόνωση η ταράτσα κατά των εντόμων), καταλήξαμε να "δώσουμε τα χέρια" με ένα νεαρό σχετικά ζευγάρι που μετακόμιζε στην Αθήνα από το νησί που έμεναν μέχρι τότε. Συμπαθέστατοι, αν και λίγο επισφαλείς οικονομικά, αφού έρχονταν στην πόλη για να κάνουν μια νέα αρχή, τέλος πάντων ο καλοπροαίρετος και ρομαντικός άνθρωπος μέσα μου νίκησε τον δικηγόρο και το κλείσαμε.
Το ζευγάρι θα επέστρεφε στο νησί για να πακετάρει και θα ερχόταν να εγκατασταθεί πια στο διαμέρισμα στα τέλη του μήνα το αργότερο, αφού έπρεπε να παραδώσουν το σπίτι που έμεναν μέχρι τότε. Στο ενδιάμεσο, κι ενώ ήδη ο πατέρας μου ήταν στο νοσοκομείο κι εγώ με την αδελφή μου στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, εργάτες δούλευαν στο διαμέρισμα για να στρώσουν πλακάκια, να βάψουν, να καθαρίσουν, γενικά να ετοιμάσουν το χώρο. Δεν το συζητάμε, κακός χαμός. Τέλος πάντων, βάζουμε μια σειρά, λέμε δόξα τω Θεώ, είμαστε εντάξει.
Στις 24 του μήνα ειδοποιώ τον ενοικιαστή ότι μπορεί να έρθει από τις 29 και μετά να εγκατασταθεί. Μου απαντάει ότι θα έρθει το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου και όλα καλά. Στις 27 του μήνα με παίρνει όμως και μου λέει ότι τελικά βρήκε εισιτήριο και φορτωτική για το μεσημέρι στις 28 και ότι θα έρθει να ξεφορτώσει τα πράγματά του το ίδιο βράδυ και μετά θα ξαναφύγει καπάκι και θα γυρίσει μετά τις εκλογές. Α, και μήπως μπορώ να του βρω δύο μεταφορείς και κανένα γερανό για τη μετακόμιση; Ναι ρε φίλε, βεβαίως, τους έχω κρυμμένους στο υπόγειο, μην τυχόν και τους χρειαστείς ποτέ εσύ. Ή για το "ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΕ ΜΕΤΑΦΟΡΕ" που διατηρώ με μεγάλη επιτυχία τα τελευταία χρόνια. Καλά λέω μέσα μου, μη συγχίζεσαι, όλα θα γίνουν. Τηλεφωνώ στον ξάδελφο Γιάννη που είναι μεταφορέας, μην ανησυχείς μου λέει, θα σου στείλω εγώ δυο παιδιά τζιμάνια, να κάνεις τη δουλειά σου στο άψε σβήσε. Ωραία, παίρνω τηλέφωνο τον ενοικιαστή, του το λέω, συμφωνεί, λαμπρά. Τηλεφωνώ κατόπιν στους μεταφορείς, ίδρωσα να συνεννοηθώ, να μιλάνε κάτι ελληνικά σαν τον Μάνο, αφού τελικά σε χοντρές γραμμές τα καταφέραμε, μετά έπρεπε να πάω να τους πάρω εγώ από το σημείο που θα βρίσκονταν, γιατί δεν είχαν μεταφορικό δικό τους. Το λέω στην αδελφή που είναι αυτοκίνητη, γκρινιάζει, ξαναγκρινιάζει, αλλά την ορισμένη ώρα ξεκινάμε. Κι εκεί έγινε το έλα να δεις. Πλησιάζοντας στη στάση που είχαμε δώσει ραντεβού, παίρνω στο κινητό τον ένα από τους εργάτες. Απαντάει, μου λέει περίπου πού είναι, και σταματάμε μπροστά τους. Εγώ μέχρι τότε το κινητό ανοιχτό και να μιλάω με τον τύπο. Ανοίγει τις πόρτες η αδελφή μου να μπουν στο αμάξι, αλλά λίγο τα μαυριδερά πρόσωπα, λίγο τα φτωχά ελληνικά, τρώει φλασιά κι αρχίζει να τους ρωτάει αγριωπα: "Ποιοι είστε; Ποιος σας έστειλε; Είστε αυτοί που περιμένουμε; Τον Γιάννη τον ξέρετε;". Εντωμεταξύ εγώ ακόμη να είμαι στο κινητό με τον έναν. Σας λέω για φοβερό μπέρδεμα. Να έχουν τρομάξει οι εργάτες, να ψελλίζουν ακατάσχετα "εμείς οκτώ, εμείς οκτώ (η ώρα εννοούσαν που είχαμε δώσει ραντεβού)", σου λέει πέσαμε πάνω σε τρελές που θέλουν να μας βιάσουν, να μας σκοτώσουν, να μας κλέψουν, εγώ να έχω μείνει άναυδη και να προσπαθώ να βγάλω άκρη. Τέλος πάντων, αφού αμφότερες οι πλευρές βεβαιώθηκαν για το who is who αλλήλων ένθεν κι ένθεν, πήραμε το δρόμο για το μικρό σπίτι στο σκοτάδι.
Φτάσαμε, ανεβήκαμε στον όροφο, ανοίξαμε πόρτες και φώτα και περιμέναμε όλοι τον νυμφίο σαν τις παρθένες της παραβολής (και σας διαβεβαιώ ότι ανάμεσά μας δεν υπήρχε ουδεμία παρθένα για δείγμα). Ο νυμφίος αρέσκεται να ταξιδεύει νωχελικά, οπότε μας ετίμησε με την παρουσία του με μία ώρα καθυστέρηση. Δεν πειράζει, άνθρωποι είμαστε, τα δρομολόγια των πλοίων φταίνε, και πάμε παρακάτω.
Σκηνή πρώτη: Πατάει το πόδι του ο ενοικιαστής στο σαλόνι και λέει "Α, μόνο εδώ έχετε φως;" και μου ξινίζει και τα μούτρα του. Του εξηγώ ότι όπως συζητήσαμε, τις ημέρες που θα λείπει θα βάλω καινούριες πρίζες στα υπολοιπα δωμάτια και θα είναι έτοιμο όταν επιστρέψει για τα καλά. Το δέχεται.
Σκηνή δεύτερη: "Α, τι μεταφορείς είναι αυτοί που βρήκες; Θα μπορούν να σηκώσουν τίποτα; Και το ασανσέρ είναι πολύ μικρό, ρε παιδί μου!". Οι μεταφορείς τον διαψεύδουν πανηγυρικά, το ίδιο και το ασανσέρ, και όλα τα πράγματα μπαίνουν στη θέση τους σε λιγότερο από μιάμιση ώρα. Πλάκα πλάκα, έχει αντοχές ο ανελκυστήρ, όχι αστεία! Μέχρι και ψυγείο - βουνό κουβάλησε!
Σκηνή τρίτη: "Α, αυτό εδώ το γρατζούνισμα έγινε στη μεταφορά, ε, καλά, τι να κάνουμε, δεν μπορούμε να τα έχουμε και όλα, αυτά γίνονται. Άμα δεν έχεις δικούς σου ανθρώπους...!!!". Εκεί δεν απαντώ τίποτα, μου έχει όμως ανέβει ήδη το αίμα στο κεφάλι. Ας τους έφερνες μαζί σου τους εργάτες, άνθρωπέ μου. Εγώ τι σου φταίω;;; Αλλά για να γλυτώσεις εσύ τον κόπο και τα χρήματά σου να τους βγάλεις εισιτήρια για Αθήνα, το φόρτωσες σε μένα. Τελικά, εγώ σου φταίω, έπρεπε να σου πω ότι δεν ξέρω πού να βρω μεταφορείς.
Σκηνή τέταρτη: Αφού έχουν ξεφορτωθεί όλα τα έπιπλά του, τα οποία μου εκθειάζει μια ώρα, που είναι από τη ΝΕΟSET, όλα καινούρια, τρομερά, φοβερά και υπέροχα, αφού τα κουζινικά μαγειρεύουν μόνα τους γκουρμέ δείπνο για διακόσα άτομα, έρχεται και η ώρα για το δια ταύτα. Ήτοι, να υπογράψουμε συμφωνητικό και να πάρω και τα χρήματα που έχουμε συμφωνήσει. Δεν μπορώ να πω, εκεί δεν είχα πρόβλημα με τον άνθρωπο. Με τους δικούς μου είχα πρόβλημα. Είχαμε συνεννοηθεί από πριν τι ενοίκιο θα ζητούσα, τι θα γράφαμε στο συμφωνητικό, πόσα χρόνια θα το νοικιάζαμε. Αμ δε! Όταν ήρθε η ώρα της υπογραφής, τότε έπαθαν όλοι Αλτσχάιμερ. Να με παίρνει η αδελφή μου έξαλλη, μετά να τηλεφωνώ στον πατέρα μου να επιβεβαιώσω τα νέα δεδομένα, μετά να τηλεφωνούν ξανά μανά όλοι σε μένα, ρεζίλι γίναμε στον χριστιανό, ο οποίος βέβαια δεν ήταν και τόσο χριστιανός, αφού κοίταξε να επωφεληθεί κι αυτός και να συμφωνήσουμε ενοίκιο σταθερό για τρία χρόνια. Ώπα ρε μεγάλε! Δεν φτάνει που δεν θα πάρω αύξηση παρά από τον τρίτο χρόνο και μετά, δεν φτάνει που σου έκανα σκόντο από το αρχικό ενοίκιο;
Τελειώνει ευτυχώς εκεί η βραδιά χωρίς άλλα απρόοπτα κι ανηφορίζω στο σπίτι μου τσακισμένη από την κούραση. Λέω, ωραία, προχωράμε τώρα. Μόνο που την άλλη μέρα παιδιά μου, με παίρνει τηλέφωνο ο ενοικιαστής από το νησί του, γιατί είχε θυμηθεί λέει κάποια πράγματα που θέλει να του φτιάξω μέχρι να γυρίσει. Όπερ: να αλλάξω τα "γλωσσάκια" στις δύο τζαμόπορτες στην κρεβατοκάμαρα. Να βάψω τα κάγκελα του μπαλκονιού με λαδομπογιά, που δεν χαλάει. Να αλλάξω το τζάμι στο παράθυρο της κουζίνας Ήταν βράδυ και δεν το είχε δει την προηγούμενη φορά αυτό. Και μιας και θα έρθει άνθρωπος για την κουζίνα, να βάλουμε και μια βρυσούλα στη βεράντα της. Πού να τη βάλουμε τη βρυσούλα; Εκείνος προτιμά αριστερά χαμηλά στον τοίχο, για να μην αφήνει γρατζουνιές. Τώρα τι να του πω, μου λέτε;;;; Μήπως να το μετανιώσω από τώρα, καλά καλά δεν στέγνωσε το μελάνι στο χαρτί;;;